Της Χριστίνας Κουλούρη
Το περασμένο Σάββατο διοργανώθηκαν σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου διαδηλώσεις με το σύνθημα «Είμαστε όλοι Ελληνες».
Η πρωτοφανής αυτή κινητοποίηση υπέρ της Ελλάδας έγινε δεκτή και...
προβλήθηκε στη χώρα μας ως ένα άλλο δείγμα «φιλελληνισμού», χωρίς να αναλύονται ιδιαίτερα τα κίνητρα, οι στόχοι και η ιδεολογικοπολιτική ταυτότητα των διαδηλώσεων.
Με την ευκολία των μανιχαϊκών διακρίσεων, παρουσιάζεται η διεθνής στάση απέναντι στην Ελλάδα κατηγοριοποιημένη ανάμεσα σε «εχθρούς» και «φίλους», «μισέλληνες» και «φιλέλληνες». Αλλά και μέσα στην Ελλάδα κυριαρχεί στα ΜΜΕ ένας εξίσου απλουστευτικός διχασμός ανάμεσα σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς».
Το γεγονός ότι όλη η συζήτηση για την «ελληνική κρίση» μονοπωλείται από τεχνοκράτες και πολιτικούς έχει περιθωριοποιήσει τη φωνή της ίδιας της κοινωνίας, ελληνικής και ευρωπαϊκής, και έχει υποβαθμίσει το εύρος και τη σημασία της βαθιάς μεταμόρφωσης που υφίσταται η χώρα μας στο όνομα της εξόδου από την κρίση.
Από τη μια πλευρά, λοιπόν, αναβιώνει ένας ακραία ρατσιστικός λόγος, που παρουσιάζει την «ελληνική ιδιαιτερότητα» (δηλαδή οι Ελληνες είναι τεμπέληδες και λαμόγια) ως κύρια - αν όχι μοναδική - αιτία της κρίσης. Από την άλλη πλευρά, εμφανίζεται ως απάντηση εκ μέρους της Ελλάδας άλλοτε ένας εθνολαϊκιστικός και αντιευρωπαϊκός λόγος, με κραυγές για την αρχαία Ελλάδα και την ελληνική «λεβεντιά», και άλλοτε δηλώσεις εθνικής «υπερηφάνειας» απέναντι στην «αγνώμονα» Ευρώπη.
Στην - γνωστή στην ευρωπαϊκή ιστορία - επιχείρηση ταπείνωσης και στιγματισμού ενός ολόκληρου λαού απαντά ένας εγχώριος αμυντικός, αντιμνημονιακός και μη, εθνικισμός.
Εξαιτίας αυτού του νέου διπολισμού, όποιος υπερασπίζεται το μνημόνιο τοποθετείται αυτονόητα στη φιλοευρωπαϊκή, εκσυγχρονιστική μερίδα, ενώ, αντιθέτως, όποιος το επικρίνει χαρακτηρίζεται εξίσου αυτονόητα ως αντιευρωπαϊστής.
Εν τούτοις, όποιος διαβάσει τα κείμενα που δημοσιεύονται με αφορμή τη διεθνή κινητοποίηση υπέρ της Ελλάδας, θα διαπιστώσει, ότι το σύνθημα «Είμαστε όλοι Ελληνες» δεν είναι απλώς μια πράξη αλληλεγγύης στο όνομα κάποιων οικουμενικών, ανθρωπιστικών αξιών. Πολλοί ευρωπαίοι διανοούμενοι, πολιτικές ομάδες και κόμματα επισημαίνουν, ότι η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε εργαστήρι νεοφιλελεύθερου φονταμενταλισμού, όπου διακυβεύονται κοινωνικά και δημοκρατικά κεκτημένα της μεταπολεμικής Ευρώπης.
Είναι θέμα χρόνου, οι πολιτικές που εφαρμόζονται στον σημερινό «παρία» της Ευρώπης να επεκταθούν σε άλλες χώρες, που σήμερα πλανώνται ότι είναι ασφαλείς, επειδή θεωρούν ότι «εμείς δεν είμαστε Ελληνες».
Στην Ελλάδα εξάλλου η συνειδητοποίηση του αδιεξόδου και της επείγουσας ανάγκης για αντίδραση κινητοποιεί όλο και περισσότερους πολίτες. Ηδη πριν από την ψήφιση του δεύτερου μνημονίου μια ομάδα 130 πολιτών από διαφορετικούς χώρους ανέλαβε πρωτοβουλία για τη διακίνηση ενός κειμένου «για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας».
Το κείμενο αυτό, το οποίο ήδη έχει συλλέξει περισσότερες από οκτακόσιες υπογραφές εντός και εκτός Ελλάδας, είχε ως στόχο, να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους, την υπονόμευση θεμελιωδών δημοκρατικών θεσμών και τη διάλυση της ευρωπαϊκής ενότητας.
Μέσα από τη δίκαιη αγανάκτηση για το «παλαιό καθεστώς» και την απαξίωση του πολιτικού συστήματος, προβάλλονται και επιβάλλονται λύσεις αυταρχικές και αντιδημοκρατικές.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη διατυπώνονται επιχειρήματα υπέρ κυβερνήσεων τεχνοκρατών, που δεν θα είναι εκλεγμένοι μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες, ως των μόνων ικανών να «σώσουν» τις χώρες τους. Ισως χρειάζεται να θυμηθούμε, με μια αναδρομή σε ιστορικά παραδείγματα, τι σημαίνει ιδεολογικά και πολιτικά η αναζήτηση ή η εμφάνιση αυτόκλητων «σωτήρων».
Το πιο ανησυχητικό είναι, ότι αυτό το είδος «κοινοβουλευτικού πραξικοπήματος» γίνεται αποδεκτό ως μια κανονικότητα ακόμη και από ανθρώπους που δεν ανήκουν στην άκρα Δεξιά. Μέσα στο ίδιο ακριβώς πνεύμα προβάλλονται προτάσεις για κυβερνήσεις «αρίστων», εκείνων που διαθέτουν τη γνώση και την ικανότητα (σύμφωνα με την εκτίμηση ποιου άραγε;) να κυβερνήσουν το μισοβουλιαγμένο καράβι. Και πάλι, δεν χρειάζονται βαθιές πολιτικές αναλύσεις για να αντιληφθεί κάποιος τη διολίσθηση προς την ολιγαρχία.
Σε επίπεδο κοινωνίας, το κόστος της «διάσωσης» είναι πλέον δυσβάστακτο.
Κάθε μέρα, με την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους, την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και τις οριζόντιες μειώσεις μισθών και συντάξεων, βαθαίνουν οι κοινωνικές ανισότητες.
Αντί το κόστος να το πληρώσουν οι εύπορες ομάδες του πληθυσμού, γίνεται ακριβώς το αντίθετο: οι πλέον ευάλωτες ομάδες οδηγούνται στην εξαθλίωση και κάτω από το όριο της φτώχειας. Παρακολουθούμε την εφαρμογή ενός νέου κοινωνικού δαρβινισμού, όπου όλοι όσοι δεν «παράγουν» αρκετά ή δεν έχουν αρκετή οικονομική και πολιτική ισχύ οδηγούνται στην εξαφάνιση.
Πρόκειται κυριολεκτικά για έγκλημα.
Οι εξελίξεις αυτές δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα.
Αφορούν ολόκληρη την Ευρώπη, γιατί οι αξίες που διακυβεύονται στην Ελλάδα είναι πρωτίστως ευρωπαϊκές αξίες. Αφορούν επίσης την Ευρώπη, γιατί, για μία ακόμη φορά, καλλιεργούνται μεταξύ των λαών της μίσος και αμοιβαία απαξίωση. Στη θέση του παλαιού διχασμού μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης, ξεφυτρώνει τώρα ο διχασμός μεταξύ Βορείων και Νοτίων.
Η κίνηση «για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας» θέλει να αναδείξει ακριβώς αυτούς τους κινδύνους και να υπερασπιστεί την Ευρώπη, ως μια κοινότητα πολιτικών ελευθεριών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Η Χριστίνα Κουλούρη είναι καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
0 σχόλια